Σάββατο 22 Μαΐου 2010

Εχουμε χουντα καναπεδάτοι μου....

Εχθές εκεί που έπινα την μπύρα μου με ένα φίλο μια στιγμή πετάγεται και λέει ''για να μας ντοπάρουν το κάνουν΄΄ ξαφνιασμένος τον ρωτάω ''για τι μιλάς? τι εννοείς?΄΄ ''όλη αυτή η τρομοκρατία που υπάρχει είναι για να μην σκέφτεσαι και για να γίνεις και εσύ κάτι που βολεύει. ACAB για παράδειγμα. Η΄ και χουλιγκάνι που μισεί τους μπάτσους γιατί δεν τον αφήνουν να δείρει άλλα χουλιγκάνια, μου απαντάει, συνεχίζοντας να περπατάει.
Πετάγεται ένας άλλος και λέει ''ο στόχος είναι το μυαλό παιδιά. Ήταν μια μέρα μετά που είχαν προσαγάγει τον πρώτο που ανέφερα, και το μυαλό του δεν έλεγε να ξεκολλήσει από εκεί.... Και πως να ξεκολλήσει άλλωστε, όταν βγαίνεις να πιείς μπύρες με φίλους σου να ζήσεις λίγο ρε αδερφέ, μετά από μια μέρα όλο στο τρέξιμο και στην πίεση, και έχεις κάτι καυλωμένα πάνω σε μηχανάκια να σε προσαγάγουν γιατί... μακάρι να ήξεραν και αυτοί γιατί! Έξω από το πολυτεχνείο, ενώ μέσα τα κομματόσκυλα, της δήθεν δημοκρατίας μας, προστατεύανε τον θεσμό την ψηφοφορίας όπου για άλλη μια φορά ''τίμησε'' το 1% των φοιτητών. Ήταν εκεί με παλούκια, ούτε αυτοί ξέρανε γιατί, ενώ έξω οι ομάδες της άλφα βάτας του Κυρίου χρυσαυγίδη μαζεύανε άτομα, δεχόμενοι συγχαρητήρια από ασυρμάτους, για μια ακόμα φορά. Ήταν βλέπεις την επομένη και το συλλαλητήριο, και έπρεπε να στείλουν ένα μήνυμα σε όποιον δεν είχε τρομοκρατηθεί αρκετά από τα τρία θύματα που σκότωσε το οργανωμένο κράτος μας 15 μέρες πριν στο βωμό της ΄΄ησυχίας τάξης και ασφάλειας΄΄.
Την επομένη Έπρεπε να κατέβω κέντρο για μια δουλειά, ξύπνησα λοιπόν, και χωρίς να πιω καν καφέ πήρα το λεωφορείο για να κατέβω κέντρο. Κατά τις 11 είχε τρείς με τέσσερις δοιμηρίες στην πλατεία. Δεν είχα πιει ακόμα καφέ, και μπροστά μου είχα ένα στρατό με όπλα, χημικά, γκλόπ να με κυκλώνει λες και είμαι σε εμπόλεμη ζώνη(?). Μπήκα σε μια καφετέρια να πάρω καφέ και πίνοντας την πρώτη γουλιά, έβλεπα το χημικό όπλο του μπάτσου μπροστά μου. Πώς μπορείς να σκέφτεσαι ελεύθερα και να ζεις έτσι? σκέφτηκα, και περνώντας από μπροστά τους, δήθεν αδιάφορα, κατευθύνθηκα στο μαγαζί που έψαχνα.
Μετά θα συναντιόμουν με ένα φίλο μου, ένας από αυτούς που είχαμε την συζήτηση που ανέφερα πριν την προηγούμενη μέρα. Συναρτηθήκαμε και ήμασταν και οι δύο μες την μαυρίλα. δεν κοιμήθηκα καθόλου εχθές μου λέει. ΄΄Και γώ που κοιμήθηκα είχα ένα ξύπνημα που μακάρι να κοιμόμουν ακόμα του απαντάω και αρχίζουμε τη συζήτηση από εκεί που το αφήσαμε την προηγούμενη. Σε πολύ λίγο έχω φτάσει σε σημείο να κατεβάζω από τα νεύρα μου χρηστούς και παναγιές, και σχεδόν να νιώθω να τρέμω απο τα νεύρα μου. Ξαφνικά μου έρχεται στο μυαλό η κουβέντα που είχε πετάξει ο άλλος φίλος μου εχθές το βράδυ. Θέλουνε να μας ντοπάρουν να γίνουμε και εμείς μπαχαλάκιδες και μαλακοκαυλωμένα παιδάκια γηπέδου... Μήπως δεν το καταφέρνουν λοιπόν?
Από το πρωί μέχρι το βράδυ με μια μόνιμη εικόνα σαν φόντο κυκλοφορούμε στην Αθήνα. Μια δοιμηρία, δέκα μηχανές να τρέχουν πάνω κάτω με τις σειρήνες ανάμενες, άτομα με τα αυτόματα στα χέρια να φυλάνε κτήρια, και αν θέλεις να πιείς και καμιά μπύρα στο δρόμο με κανένα φίλο, μπορεί να βρεθείς στη ΓΑΔΑ και να γεμίσεις με εικόνες παρακμής για τον υπόλοιπο χρόνο το μυαλό σου, μέσα σε δύο ώρες. Εκεί ανάμεσα λοιπόν σε αυτό το φόντο καλήσε να έχεις ελεύθερες σκέψεις και να ζεις ΄΄δημοκρατικά΄΄
Πως γίνετε τώρα να σου έχουν ένα αυτόματο στραμμένο πάνω σου, και εσύ να σκέφτεσαι να διεκδικείς και να μιλάς για δικαιώματα, αυτό μόνο μια σοσιαλιστική κυβέρνηση μπορεί μάλλον να στο εξηγήσει. Μα τι λέω! Να διεκδικείς? δικαιώματα? πόσο αφελείς είμαι! Αφού έχει Λαζόπουλο το βράδυ να ξεσπάσεις, μιλώντας για άλλη μια φορά στο χαζοκούτι καθισμένος στον καναπέ σου, και καμιά τούβλα μετά να έρθεις στα ίσια σου. Τί τα θέλεις τα δικαιώματα λοιπόν. Μαμ κακά δουλειά γεμίσει και νάνι! Όλα στα παρέχει το σύστημα γιατί να σκας? Τι κι αν δουλεύεις 12 ώρες 5 μέρες, το Σάββατο παίρνεις την κούρσα σου, πληρώνεις την μπύρα σου όσο παίρνεις μεροκάματο, και το παίζεις αρχιδούκας να πούμε! Πέντε μέρες στη δουλειά για μια νύχτα γκλαμουριά που λένε και οι τοίχοι. Ζεις το όνειρο, ίσα για να βγεις λίγο στην επιφάνεια του βόθρου να πάρεις μια ανάσα και μετά με χαμόγελο να ξανά βουτήξεις μέσα. Εκεί άλλωστε θα βρεις και τους φίλους σου. Στο βόθρο εννοώ, όχι στην επιφάνεια....Εκεί θα είναι κάτι εξυπνάκηδες μόνο, που όχι πώς έχουν τίποτα παραπάνω από σένα, απλά πουλήσανε την μάνα τους την ψυχή τους και ότι άλλο τους έδωσε η φύση, για μια Καγιέν και ένα τριάρι με πυλωτή. Ξαπλωμένοι λοιπόν πάνω στα σκάτε των από πάνω τους, νομίζουν πώς είναι πάνω σε στρώματα νερού, πολυτελείας ξενοδοχείου.
Πετάγεται μια φωνή από μέσα μου και μου λέει. Και εσύ που τα βλέπεις αυτά που νομίζεις ότι είσαι σε σκατάνθρωπε?
Εκεί είμαι και γώ. Μέσα στα σκατά, και χωρίς αναπνοές σκάρτων ονείρων μάλιστα. Αλλά δεν επέλεξα αφού είμαι μέσα στα σκατά να κλίσω το στόμα, να μην μιλάω να μην κουνάω μπας και λερωθώ. Μέσα στα σκατά είμαι που είμαι, ας παλέψω τουλάχιστον να μην πετρώσω και γίνω ένα με αυτά στο τέλος.
Η μέρα ευτυχώς τελείωσε με μια βόλτα σε ένα βιβλιοπωλείο, και με ένα βιβλίο του Χρόνη Μίσσια στα χέρια, ζωντανή απόδειξη ότι υπάρχουν άνθρωποι που μπήκαν στα σκατά και βγήκαν μυρίζοντας μύρο και γιασεμί...
Έφτασα πάλι σήμερα να ακούω φωνές και να κάνω διαλόγους μόνος μου.... Που είναι ο προσωπικός μου μπάτσος να με βάλει γρήγορα για ύπνο ρε γαμώτο...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου